ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ
Λίγες μέρες ακόμη προτού προβάλει ενώπιόν μας η Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα. Στις λατρευτικές ακολουθίες της εκκλησίας μας περιγράφονται με λυρισμό όλα τα θρησκευτικά γεγονόνα των θείων Παθών των τελευταίων ημερών της επίγειας ζωής του Κυρίου μας. Μέσα από τις ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδος, καλείται κάθε πιστός να βιώσει τα ιστορικά γεγονότα, την πνευματική πορεία του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, από την θριαμβευτική είσοδο την Κυριακή των Βαΐων μέχρι την Σταύρωση και την Ανάσταση. Είναι μέρες κατά τις οποίες ο κάθε πιστός χριστιανός βιώνει με μεγαλύτερη ένταση τον δικό του σταυρό, το πάθος και την ανάσταση της καρδιάς του. Στη θεία Λειτουργία της πέμπτης Κυριακής των νηστειών, ακούμε ως προανάκρουσμα τα λόγια του Κυρίου μας προς τους μαθητές Του, με τα οποία θέλει να προετοιμάσει εκείνους και εμάς, για όσα πρόκειται να επακολουθήσουν κατά την Μεγάλη Εβδομάδα: «Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα, και παραδοθήσεται ο Υιός του ανθρώπου…».
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας εξηγεί γιατί ονομάζεται Μεγάλη Εβδομάδα. Ονομάζεται όχι γιατί οι ημέρες της έχουν πιο πολλές ώρες, ούτε επειδή έχει περισσότερες ημέρες. Τις ίδιες ημέρες και ώρες έχει η Μ. Εβδομάδα, όπως και οι άλλες. Ονομάζεται Μ. Εβδομάδα επειδή μεγάλα και απόρρητα αγαθά συνέβησαν κατά τις ημέρες της. Την εβδομάδα αυτή ο θάνατος κααργήθηκε, η τυρρανία του διαβόλου διαλύθηκε, ενώθηκαν τα διεστώτα, ο Θεός της ειρήνης ένωσε τον ουρανό με την γη. Γι’ αυτό την ονομάζουμε Μ. Εβδομάδα, επειδή τόσο μεγάλο πλήθος δωρεών μας χάρισε ο Κύριός μας. Η εκκλησία με τις ακολουθίες της, μάς καλεί σε μία εσωτερική συμπόρευση των γεγονότων των θείων Παθών. Ας έχουμε υπόψη ότι η κάθε βραδυνή ακολουθία του Νυμφίου είναι ο όρθρος για τα γεγονότα της επόμενης ημέρας.
Την Κυριακή των Βαΐων ο Χριστός εισέρχεται ως Βασιλιάς στα Ιεροσόλυμα, καθισμένος ταπεινά επάνω σε ένα γαϊδουράκι. Όλοι οι κάτοικοι τον υποδέχονται ως τον Μεσσία που χρόνια ανέμεναν. Τα παιδιά στρώνουν στο έδαφος κλαδιά φοίνικα και τα ρούχα τους, για να περάσει ο ο Κύριος και κρατούν βάϊα νίκης στα χέρια τους, υποδεχόμενα τον Βασιλιά τους. «Ωσαννά! Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Έτσι και μεις σήμερα υποδεχόμαστε τον Χριστό μέσα στο ναό Του, στις εκκλησίες μας. Ο ναός γίνεται συμβολικά η πόλη της Ιερουσαλήμ, που υποδέχθηκε τον Κύριο της Δόξης. Ο Χριστός διέμενε στη Βηθανία, πόλη που απήχε 3 χλμ απόσταση από τα Ιεροσόλυμα, τόπος κατάλληλος για να είναι αφανής, προκειμένου να μην τον συλλάβουν οι Ιουδαίοι και που του επέτρεπε να μετακινείται πεζός. Η εκκλησία προβάλλει τα Πάθη του Χριστού, που ως φώτα σωστικά ανατέλλουν στον κόσμο και κάνει την έναρξή τους με την είσοδο του Νυμφίου στο μέσον του ναού.
Την Μεγάλη Δευτέρα στα τροπάρια και στο συναξάρι γίνεται αναφορά στον Πάγκαλο Ιωσήφ και στην άκαρπη συκιά. Ο Ιωσήφ είναι προφητικός τύπος του Χριστού, που με τη ζωή του μιλά για την αγνότητα και συγχωρητικότητα. Στον δρόμο που προχωρούσε ο Χριστός με τους μαθητές Του από την Βηθανία για τα Ιεροσόλυμα, τους μιλά για την δύναμη της πίστης και της προσευχής. Βρίσκει μία συκιά και την καταριέται να ξεραθεί, επειδή δεν είχε καρπούς. Όλη την ημέρα ο Χριστός παραμένει στο ναό των Ιεροσολύμων, διδάσκει στο λαό, γίνονται θυελλώδεις συζητήσεις, απομακρύνει από το αίθριο του ναού τους εμπόρους, που είναι εκμεταλλευτές της θρησκευτικότητας του λαού και μετέτρεπαν το ναό σε εμπορικό οίκο. Την ημέρα αυτή συγκαλείται συνέδριο από τους γραμματείς και φαρισαίους, με σκοπό να βρουν τρόπο να συλλάβουν τον Χριστό. Δεν μπορούν να δεχθούν ότι ομιλεί και ενεργεί με εξουσία και ο λαός να τον ακολουθεί και να τον στηρίζει.
Μεγάλη Τρίτη πρωί ο Χριστός έφυγε από την Βηθανία για να πάει στα Ιεροσόλυμα. Στο ναό τα μέλη του Συνεδρίου του κάνουν ερωτήσεις, με σκοπό να τον παγιδεύσουν και να τον εκθέσουν στο λαό. Ο Κύριος τους αποστομώνει, «ουαί υμίν γραμματείς και φαρισαίοι». Παρηγοριά Του, μέσα στον φθόνο όλων, ήταν μία χήρα γυναίκα που ρίχνει τον οβολό της από το υστέρημά της. Άρχισε να νυχτώνει και καθοδόν προς το όρος των Ελαιών ο Χριστός βλέπει την πόλη και τον μεγαλοπρεπή ναό της. Τότε λέγει προς τους μαθητές Του, ότι δεν θα μείνει «πέτρα πάνω στην πέτρα», μιλά για την Δευτέρα Παρουσία και την παραβολή των δέκα παρθένων. Μέσα από τα τροπάρια και το συναξάριο ο Χριστός, «ο κάλλει ωραίος», ενδεδυμένος με κόκκινη χλαμύδα και ακάνθινο στεφάνι, βαδίζει «εν τω μέσω της νυκτός» προς την νύμφη Του της Εκκλησία, για να τελέσει τον γάμο Του μαζί της. Από εμάς διεκδικεί την αγάπη μας, «τον νυμφίον αδελφοί αγαπήσωμεν…».
Την Μεγάλη Τετάρτη ο Χριστός έρχεται και πάλι στα Ιεροσόλυμα. Πλησιάζει το Πάσχα των Ιουδαίων. Οι αρχιερείς και οι φαρισαίοι σχεδιάζουν πως θα τον συλλάβουν και θανατώσουν πριν από το εβραϊκό Πάσχα. Την λύση την δίνει ο Ιούδας. Συνεργάζεται μαζί τους, αποκαλύπτοντας τον τόπο της προσευχής του Κυρίου, έναντι αμοιβής των τριάκοντα αργυρίων. «Έστησας τα τριάκοντα αργύρια, την τιμήν του τετιμημένου…». Απέναντι στη μορφή του προδότη μαθητή, η εκκλησία αντιπαραθέτει την μορφή μίας αμαρτωλής γυναίκας, που με δάκρυα μετανοίας πέφτει στα πόδια του Χριστού για να την συγχωρέσει για τον τρόπο ζωής της. «Κύριε, οι εν πολλαίς αναρτίαις περιπεσούσα Γυνή, την σην αισθομένη Θεότητα…Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων…».
Το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης ο Χριστός βρίσκεται στα Ιεροσόλυμα και ζητά από τους μαθητές Του να ετοιμάσουν το δικό Του Πάσχα. Το απόγευμα τελεί τον Μυστικό Δείπνο στην οικία του Μάρκου. Πλένει τα πόδια των μαθητών, διδάσκοντάς τους την ταπείνωση. Αποκαλύπτει τον προδότη Του. Τελεί το υστήριο της θείας Ευχαριστίας και το παραδίδει στους μαθητές Του να το τελούν «εις την εμήν ανάμνησιν». Τους κοινωνεί το Σώμα και το Αίμα Του. «Λάβετε φάγετε, τούτο μου ετσί το σώμα μου… Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το αίμα μου». Ο Ιούδας αποχωρεί βιαστικά, για να προδώσει τον Δάσκαλό Του. Ο Κύριος λέγει τα τελευταία λόγια Του, προβλέπει την τριπλή άρνηση του Πέτρου, μιλά για την νέα εντολή «αγαπάτε αλλήλους» και κλείνει το Δείπνο με την Αρχιερατική Προσευχή. Το Δείπνο αυτό στην πραγματικότητα ήταν το Πασχάλιο Δείπνο της Εκκλησίας, που τέλεσε ο Ίδιος ο Χριστός πριν από το Πάσχα των Εβραίων.
Μεγάλη Πέμπτη βράδυ προς Παρασκευή τα γεγονότα εξελίσσονται δραματικά. Γύρω στις 10 το βράδυ, μετά από τον Μυστικό Δείπνο, ο Χριστός ανεβαίνει με τους μαθητές Του στο όρος των Ελαιών, για να προσευχηθεί. Ζητάει απ’ όλους να Τον στηρίξουν προσευχόμενοι, να μείνουν κοντά Του, αλλά οι μαθητές αποκοιμούνται. Κατά την ώρα της εναγώνιας προσευχής Του οι πόροι του προσώπου Του ανοίγουν και εκβάλουν ιδρώτα αίματος. Άγγελος Κυρίου συμπαραστέκεται στην αγωνία Του. Η υπακοή στο θέλημα του Πατέρα Του λαμβάνει διάσταση θυσίας. Ο Ιούδας με τους ρωμαίους στρατιώτες έρχονται για να τον συλλάβουν. Προδίδει τον Διδάσκαλό Του με ένα φιλί. Όλα γίνονται τη νύχτα για να μην τους αντιληφθεί ο λαός και ξεσηκωθεί. Ήταν γύρω στις 2 τη νύχτα και ο Κύριος δικάζεται από τους αρχιερείς Άννα και Καϊάφα σε θάνατο. Εν αναμονή των αποφάσεων ο Πέτρος τον αρνείται τρεις φορές και με δάκρυα ζητάει συγχώρεση.
Την Μεγάλη Παρασκευή στις 6 το πρωί ο Χριστός οδηγείται στον Πιλάτο. Αυτός τον δικάζει μεν, αλλά τον στέλνει στον βασιλιά Ηρώδη για να λάβει την γνώμη του. Οι στρατιώτες τον εμπαίζουν σαν να είναι βασιλιάς, του φορούν κόκκινη χλαμύδα, ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι αντί για βασιλικό στέμμα και καλάμι αντί για σκήπτρο. Τον κοροϊδεύουν, τον χτυπούν, τον φτύνουν και τον οδηγούν πάλι ενώπιον του Πιλάτου, με το πλήθος να ζητοκραυγάζει «σταυρωθήτω» και να ελευθερωθεί ο φυλακισμένος Βαραββάς. Ο Πιλάτος αν και δεν βρήκε αιτία θανάτου, υπογράφει την οριστική καταδίκη του. Απόφαση…, θάνατος διά του Σταυρού. Στην πινακίδα αναγράφεται «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων». Περίπου στις 9 το πρωί ο Χριστός σηκώνει τον σταυρό Του και από την οδό του Μαρτυρίου μέσα στην πόλη της Ιερουσαλήμ οδηγείται ελκόμενος με σχοινί, αιμόφυρτος και εξαντλημένος από την μαστίγωση, στον Γολγοθά. Αδύναμος καθώς ήταν αγγαρεύεται ο Σίμωνας ο Κυρηναίος, για να σηκώσει τον σταυρό Του.
Μεγάλη Παρασκευή γύρω στις 12 το μεσημέρι ο Χριστός σταυρώνεται εν μέσω δύο ληστών. Είναι μόνος Του, αφού οι μαθητές Του τον εγκατέλειψαν φοβούμενοι μήπως συλληφθούν. Οι παρευρισκόμενοι Ιουδαίοι τον ακούν να μιλάει επτά φορές. Την μία για να προσευχηθεί για όλους, «πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσιν». Συγχωρεί όλους τους σταυρωτές Του. Μόνο ο ένας ληστής τον υπερασπίζεται και ο Χριστός του λέει ότι «σήμερον έση εν τω Παραδείσω». Βλέπει την Παναγία Μητέρα Του και τον Ιωάννη κάτω από τον σταυρό και λέγει, «γύναι ίδε ο υιός… ιδού η μήτηρ σου». Νιώθει την εγκατάλειψη και μονολογεί «Θεέ μου, Θεέ μου ίνα τι με εγκατέλιπες». Ζητάει νερό και Του δίνουν χολή με ξύδι, που τότε ήταν το αναισθητικό στον πόνο. Ήταν 3 το μεσημέρι και τότε ακούστηκε η φωνή Του να λέγει: «Τετέλεσται, εις χείρας σου παρατίθημι το πνεύμα μου». Ο ήλιος κρύβεται και η γη σείεται από τον σεισμό.
Μεγάλο Σάββατο. Η εκκλησία μας μνημονεύει την εις Άδου Κάθοδο του Χριστού. Τρεις μέρες μετά τον θάνατό Του και μέχρι την Ανάστασή Του, ο Κύριος κατήλθε στον Άδη, στον τόπο όπου βρίσκονταν φυλακισμένες οι ψυχές των ανθρώπων και με θεϊκή εξουσία τις ανέστησε και ελευθέρωσε. Με πολλή τραγικότητα ο Ιωσήφ ζητάει από τον Πιλάτο το Σώμα του Χριστού, «Δος μοι τούτον τον ξένον…». Ο Κύριος αποκαθηλώνεται από τον σταυρό και έπειτα απ΄ όλα τα επικήδεια έθιμα, τίθεται το Σώμα Του επάνω σε μία μαρμάρινη πλάκα μέσα στον λαξευτό τάφο. «Η ζωή εν τάφω, κατετέθης Χριστέ…». Οι ρωμαίοι στρατιώτες ήρθαν και σφράγισαν τον τάφο και έμειναν εκεί φυλάσσοντάς τον, για να μην τυχόν οι μαθητές του Χριστού κλέψουν το Σώμα τη νύχτα.
Κυριακή της Αναστάσεως του Κυρίου. Εορτάζουμε μεγαλοπρεπώς και με πνευματική ευφροσύνη την Ανάσταση του Κυρίου μας. Ο Χριστός με την τριήμερη ταφή Του κηρύττει στον Άδη και όσους πιστεύουν τους ανασύρει από το σκοτάδι και τους φέρνει στο Φως της Βασιλείας Του. Χριστός Ανέστη! Ανασταίνεται το πρωί, πριν να ξημερώσει η Κυριακή, χωρίς να γίνει αντιληπτός από τους στρατιώτες που φύλαγαν τον τάφο. Τα μέλη του Εβραϊκού Συνεδρίου αντιλαμβάνονται το θαύμα και τότε πληρώνουν τους στρατιώτες, για να διαδώσουν ότι οι μαθητές του Χριστού έκλεψαν το Σώμα Του τη νύχτα. Είναι η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, η Κυριακή, και ο Χριστός αναστημένος εμφανίζεται αρχικά στη Μαρία την Μαγδαληνή, έπειτα στις Μυροφόρες, στους δύο προς Εμμαούς, στον Πέτρο, στους δέκα μαθητές Του, χωρίς τον Θωμά. Επιτρέπει σε αυτούς να τον δουν και επί σαράντα ημέρες εμφανιζόταν συνεχώς, διευκρινίζοντας ότι η Ανάστασή Του δεν είναι αποκύημα της φαντασίας τους, αλλά πραγματικό και αληθινό γεγονός, που συνέβη σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, μοναδικό στην ιστορία, που δεν επιδέχεται λογική έρευνα. Οι ευαγγελιστές μνημονεύουν ένδεκα εμφανίσεις του αναστημένου Χριστού. Όλοι οι μαθητές έγιναν μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού, κηρύττοντες ανά τον κόσμο τον μόνον αληθινό Θεό, όσα είδαν, άκουσαν και έζησαν μαζί Του. Η εκκλησία καλεί τους ανθρώπους να προσκυνήσουν «την του Χριστού αγίαν ανάστασιν» και να διαλαλήσουν το μήνυμα της νίκης όπως πράγματι αναστήθηκε ο Κύριος και εμφανίσθηκε, έτσι και εμείς πνευματικά αναγεννημένοι «εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6, 4). Ο λόγος του Κυρίου μάς εγγυάται ώστε να έχουμε βεβαία και ισχυρή την πεποίθηση, ότι ο Χριστός είναι η αρχή της αναστάσεως όλων μας.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Αλέξανδρος Αναγνωστόπουλος
Γραμματέας Ιεράς Μητροπόλεως Σερρών
Διδάκτορας Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης