Το ανώτατο δικαστήριο επιβεβαίωσε το δικαίωμα των ασφαλιστικών φορέων να ζητούν την επιστροφή παροχών που καταβλήθηκαν χωρίς να υπάρχει νόμιμη υποχρέωση, ακόμη και όταν δεν στοιχειοθετείται υπαιτιότητα του λήπτη.
Με απόφασή της (Ολομ. 532/2025), η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε συνταγματική τη διάταξη που προβλέπει εικοσαετή γενική παραγραφή της αξίωσης των φορέων κοινωνικής ασφάλισης για επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών, ανεξαρτήτως υπαιτιότητας του ασφαλισμένου. Η απόφαση εκδόθηκε κατόπιν προδικαστικών ερωτημάτων που υπέβαλε το Διοικητικό Πρωτοδικείο και ξεκαθαρίζει ότι η επίμαχη ρύθμιση δεν αντίκειται σε συνταγματικές διατάξεις ούτε σε υπερνομοθετικές αρχές.
Το ανώτατο δικαστήριο επιβεβαίωσε το δικαίωμα των ασφαλιστικών φορέων να ζητούν την επιστροφή παροχών που καταβλήθηκαν χωρίς να υπάρχει νόμιμη υποχρέωση, ακόμη και όταν δεν στοιχειοθετείται υπαιτιότητα του λήπτη. Κατά το σκεπτικό του ΣτΕ, η βασική προϋπόθεση για την αναζήτηση των ποσών είναι ότι ο ασφαλισμένος ή συνταξιούχος ωφελήθηκε χωρίς νομική αιτία, προκαλώντας ζημία στον ασφαλιστικό φορέα.
Ωστόσο, το δικαστήριο θέτει προϋποθέσεις για την απαλλαγή του ασφαλισμένου από την υποχρέωση επιστροφής των παροχών. Συγκεκριμένα, οφείλει να αποδείξει σωρευτικά ότι ενήργησε με καλή πίστη και ότι η επιστροφή των ποσών θα επιφέρει σοβαρές οικονομικές συνέπειες που θα επηρεάσουν την αξιοπρεπή διαβίωσή του. Σημαντική είναι και η επισήμανση του ΣτΕ ότι η επιβολή τόκων επί του ποσού της κύριας οφειλής προϋποθέτει την απόδειξη υπαιτιότητας του λήπτη από τον ασφαλιστικό φορέα.
Παραδείγματα:
Ένας ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη με βάση εσφαλμένα ή ελλιπή ασφαλιστικά ένσημα, τα οποία ενσωματώθηκαν στο φάκελό του από λάθος της υπηρεσίας. Δέκα χρόνια μετά, ο ασφαλιστικός φορέας εντοπίζει το σφάλμα και διαπιστώνει ότι ο δικαιούχος δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση. Ζητάει, λοιπόν, την επιστροφή των ποσών που καταβλήθηκαν άνευ νόμιμης βάσης. Παρόλο που ο συνταξιούχος δεν είχε πρόθεση ή υπαιτιότητα, ο φορέας δικαιούται να ζητήσει τα χρήματα πίσω, λόγω της αρχής της αχρεώστητης καταβολής και της προφανούς ζημίας που υπέστη. Η αξίωση παραμένει ενεργή, αφού δεν έχει παρέλθει η 20ετία.
Ασφαλισμένος λαμβάνει επίδομα αναπηρίας επί σειρά ετών, βάσει ιατρικής γνωμάτευσης που αργότερα ανακοινώνεται ότι ήταν ψευδής ή ακυρώθηκε. Ο ΕΦΚΑ ή άλλος φορέας ζητά την επιστροφή των ποσών που δόθηκαν αχρεωστήτως, ακόμη και αν ο ασφαλισμένος ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε την ακυρότητα της γνωμάτευσης.Ο ασφαλισμένος μπορεί να επικαλεστεί την καλή του πίστη και να προσκομίσει αποδείξεις ότι η επιστροφή των ποσών θα τον οδηγήσει σε σοβαρή οικονομική αδυναμία ή διακινδύνευση της αξιοπρεπούς διαβίωσής του, ώστε να απαλλαγεί πλήρως ή μερικώς από την υποχρέωση.
Λόγω μηχανογραφικού λάθους, συνταξιούχος λαμβάνει διπλή καταβολή σύνταξης για 3 έτη. Ο ίδιος δεν ενημέρωσε τον φορέα, είτε από άγνοια είτε σκόπιμα. Ο ασφαλιστικός οργανισμός αντιλαμβάνεται την υπερκαταβολή και ζητά την επιστροφή των επιπλέον ποσών. Εάν αποδειχθεί ότι ο λήπτης γνώριζε την υπερκαταβολή και δεν ενημέρωσε τις αρχές, ο φορέας μπορεί να ζητήσει και την επιβολή τόκων, τεκμηριώνοντας την υπαιτιότητα. Αντίθετα, σε περίπτωση αποδεδειγμένης άγνοιας, ο συνταξιούχος μπορεί να προσπαθήσει να μειώσει ή να εξαιρέσει την υποχρέωση επιστροφής βάσει της απόφασης του ΣτΕ.
Πηγή: dnews.gr