Αυτή η μελωδία της παράδοσης, ο «Σκάρος», ξεχωρίζει στην καρδιά της ελληνικής δημοτικής μουσικής. Ένα μουσικό διαμάντι, ελεύθερο από δεσμεύσεις ρυθμού, που ξεδιπλώνει μια γλυκιά και ρομαντική μελωδία, φορτισμένη με έντονα και συχνά αντιφατικά συναισθήματα.
Η μουσική αυτή σύνθεση αντικατοπτρίζει την ψυχή της ελληνικής υπαίθρου. Σε κάθε νότα του, αντηχούν το παράπονο, η λύπη, η νοσταλγία, ο ερωτισμός, ο ρομαντισμός, και η βαθιά αγάπη για τη φύση και τη βουκολική ζωή. Το άκουσμά του μας ταξιδεύει σε άλλες εποχές, ανασύροντας μνήμες και συνήθειες που έχουν χαθεί στο πέρασμα του χρόνου.
Στην ποιμενική παράδοση, το μουσικό αυτό θέμα έχει ιδιαίτερη σημασία. Είναι το κάλεσμα της αυγής, το σήμα για την έναρξη της βοσκής. Ο τσομπάνος, με τη μελωδία της φλογέρας του, ξυπνά το κοπάδι και το οδηγεί στα βοσκοτόπια. Τα κουδουνίσματα των ζώων, τα βελάσματα των προβάτων, τα γαυγίσματα των σκύλων και οι φωνές των βοσκών συνθέτουν μια μαγευτική συμφωνία, μια «μουσική της φύσης».
Αυτός ο οργανικός σκοπός δεν είναι απλώς ένας μουσικός σκοπός. Είναι ένα κομμάτι της ζωής των ανθρώπων της υπαίθρου. Είναι το τραγούδι που συνοδεύει την καθημερινότητά τους, από την αυγή μέχρι τη δύση του ήλιου. Είναι η μελωδία που σφραγίζει τα καλοκαιρινά γλέντια στα χωριά της Νότιας Πίνδου και σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Στα πανηγύρια, αυτός ο ήχος δίνει το έναυσμα για το ξεκίνημα και το τέλος της γιορτής. Με τους ήχους του, οι χωριανοί ενώνονται σε έναν κύκλο χορού, εκφράζοντας τη χαρά και τη λύπη, την αγάπη και τον πόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
Αυτή η μουσική κληρονομιά είναι μια ζωντανή μαρτυρία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Είναι ένας μουσικός θησαυρός που πρέπει να διαφυλαχθεί και να μεταδοθεί στις επόμενες γενιές. Είναι η φωνή της παράδοσης, που αντηχεί στα βουνά και στα λαγκάδια, υπενθυμίζοντάς μας τις ρίζες μας και την ομορφιά της ελληνικής υπαίθρου.