Από τον Παράδεισο…στο super paradise

Άνοιξε το τριώδιο την προηγούμενη Κυριακή. Εγκαινιάζεται έτσι μια μακρά περίοδος με έντονα συμβολικό φορτίο για την Ορθοδοξία που σηματοδοτείται από την βαθιά θρησκευτική κατάνυξη με αποκορύφωμα την εξαγνιστική νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής. Η ίδια χρονική περίοδος βέβαια περιλαμβάνει και παγανιστικά λαϊκά δρώμενα της Αποκριάς. Στην παράδοση, βλέπετε, υπάρχει χώρος για όλους και για όλα. Το ίδιο και στην γλώσσα. Στο σημερινό σημείωμα θα καταπιαστώ με την ιστορία της λέξης «Παράδεισος» και το ταξίδι της στον χρόνο. 

Ο παράδεισος είναι λέξη περσικής καταγωγής (pairi.daeza) που πέρασε στο λεξιλόγιο και άλλων ανατολίτικων λαών. Στα βαβυλωνιακά εμφανίζεται ως pardizu  και στα εβραϊκά ως pardes. Στην αρχαία ελληνική γλώσσα τον βρίσκουμε κυρίως στον Ξενοφώντα (4ος αιώνας π.Χ.). Σε όλες τις γλώσσες πάντως η σημασία του είναι ίδια: ένας μεγάλος περιφραγμένος κήπος με πλούσια βλάστηση, τρεχούμενα νερά και πλήθος ζώων να φωλιάζουν στο εσωτερικό του. Οι κήποι αυτοί ήταν συχνά τεχνητοί και ανήκαν σε βασιλείς, μονάρχες και ανώτατους αξιωματούχους της Ανατολής. Χρησίμευαν ως τόπος αναψυχής. Συχνά και ως χώρος ταφής τους. «Τόπος φωτεινός, τόπος χλοερός και τόπος αναψύξεως» σύμφωνα και με την εξόδιο συγχωρητική ευχή.  Όταν ο Μ. Αλέξανδρος κατέλαβε την Περσία και τα γύρω βασίλεια απέκτησε, όπως άρμοζε, και αυτός τους δικούς του βασιλικούς. Έγινε επομένως κοινωνός μιας κουλτούρας που απείχε πολύ από την μακεδονική και ανάμειξε στο ίδιο «κύπελλο» πολιτισμικά στοιχεία εντελώς ανόμοια μεταξύ τους. 

Όταν στον 3ο αιώνα π.Χ. οι ελληνομαθείς Ιουδαίοι της Αιγύπτου  χρειάστηκε να μεταφράσουν στα ελληνικά την Παλαιά Διαθήκη χρησιμοποίησαν την ήδη γνωστή λέξη «παράδεισος» για να αποδώσουν τον κήπο της Εδέμ, ο οποίος στο μυαλό τους ανακαλούσε τους βασιλικούς κήπους που περιγράψαμε παραπάνω. Η λέξη άρχισε έτσι να φορτίζεται με μια νέα σημασία καθώς παρέπεμπε στον προπατορικό χώρο κατοικίας των πρωτόπλαστων. Δεν έμεινε όμως μόνο εκεί. Η λέξη άρχισε να σημαίνει και τον εσχατολογικό χώρο κατοικίας των ψυχών στην μεταθανάτια ζωή. Έγινε η γέφυρα που ένωνε το απώτατο προπατορικό βασίλειο με τον ποθητό τόπο αναψύξεως. 

Οι Ρωμαίοι δανείστηκαν τον όρο (paradisus) από την ελληνική γλώσσα. Ο Κόιντος Κούρτιος Ρούφος για παράδειγμα τον χρησιμοποιεί ακριβώς με την σημασία του πολυτελούς κήπου ενώ οι λατινόφωνοι χριστιανοί συγγραφείς αναφέρονται κι αυτοί με την λέξη paradisus στον κήπο της Εδέμ. Ο μεγάλος ποιητής Δάντης (14ος αι.) χρησιμοποιεί τον όρο paradiso όταν αναφέρεται στον ουρανό ως τόπο μακάριας και θείας ευδαιμονίας.

Η λέξη παράδεισος κρατάει μέχρι σήμερα αυτή την διπλή σημασία του: αφενός δηλώνει τον επί γης ιδανικό τόπο που προσφέρει γαλήνη και αναψυχή και αφετέρου τον χριστιανική υπερκόσμια ευτοπία ειρήνης και κοινωνίας με τον Θεό. Προσωπικά, διατηρώ επιφυλάξεις για το αν η μυκονιάτικη εκδοχή του super paradise βρίσκει την απόλυτη σημασιολογική της πληρότητα στην πρώτη από τις παραπάνω εκδοχές -για την δεύτερη ούτε λόγος- ή αν θα πρέπει στην εξίσωση να προστεθούν κάποιες παράμετροι ηδονικής ευζωίας και εκστατικού ξεφαντώματος. Ξέρω όμως με σιγουριά ότι οι δάνειες λέξεις που γυρίζουν από γλώσσα σε γλώσσα μπολιάζουν δημιουργικά την εκφραστικότητα των ομιλητών και μπορούν να συνυπάρχουν πλάι σε λέξεις που έχουν εντελώς διαφορετικές ρίζες και καταγωγή. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα διάφορα έθιμα που ζυμώνονται και επιβιώνουν στην ίδια κοινωνική πραγματικότητα.

Σπύρος Χ. Μουστάκας 

Φιλόλογος, ΜΑ στην διδασκαλία της γλώσσας