Περί αδιαφορίας και άλλων κοινωνικών εγκλημάτων

Γράφει ο Γιώργος Αρσενόπουλος

Κανείς δε φανταζόταν ποτέ πως θα υπήρχαν άνθρωποι, και περισσότερο γονείς, που θα έκλειναν τα αυτιά τους και τα μάτια τους μπροστά σε ένα τόσο τραγικό γεγονός… Πως θα προσπαθούσαν, είτε με τη σιωπή τους είτε με τις φθηνές δικαιολογίες τους, να ξεγλιστρήσουν από το χρέος τους προς την κοινωνία, προς τον εαυτό τους, ακόμα και από το καθήκον τους προς τα ίδια τους τα παιδιά…

Είναι κάποιες φορές που επιβάλλεται να πάρουμε θέση ανοιχτά. Να εκφράσουμε χωρίς φόβο και περιστροφές την ανησυχία μας, τη δυσαρέσκειά μας, το θυμό μας. Να πούμε σε κάποιους, όσο δυνατοί και αν φαίνονται αυτοί, ένα ηχηρό «όχι»! Ως εδώ! Φτάνει!

Οι στιγμές αυτές είναι που ο άνθρωπος χάνει το μπόι του και η σκιά του αρχίζει να τον σκεπάζει. Που πρέπει να σταθεί στο ανθρώπινο ύψος του και να ξαναφέρει τον ήλιο μπροστά στα μάτια του.

Κάποιες φορές η ουδετερότητα – αυτή η έντεχνη αποχή από αυτό το ανθρώπινο καθήκον μας – δεν είναι απλά συνενοχή, όπως κάποιοι συνηθίζουν να λένε… Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι συμβολή στο κόντεμα του κοινού περί δικαίου αισθήματος. Του αισθήματος αυτού που αιώνες τώρα κρέμεται πάνω από τα κεφάλια των ανθρώπων, ζυγίζοντας την ανθρωπιά τους…

Ο Δάντης στο έργο του «Κόλαση», τους ανθρώπους αυτούς που επέλεξαν να ζήσουν μια ήσυχη ζωή αδιαφορώντας για τα προβλήματα της κοινωνίας, τους αποκαλεί ουδέτερους. Τους συναντά πριν φτάσει στον Άδη, αιώνια εγκλωβισμένους σε ένα κενό ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο – αφού και η κόλαση ακόμα αρνείται να τους κάνει αποδεκτούς!

Αυτή, λέει ο ποιητής, είναι η τιμωρία τους: να βιώνουν αιώνια την αγωνία της μετάβασης στον άλλο κόσμο και να εκλιπαρούν για μια θέση στην κόλαση… Για αυτούς ακόμα και η κόλαση φαντάζει λύτρωση…