Στο πλαίσιο της έρευνας του ΙΕΛΚΑ εξετάστηκαν τα τρία πιο δημοφιλή φρούτα και τα τρία πιο δημοφιλή λαχανικά, που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50% των συνολικών πωλήσεων στις κατηγορίες τους.
Έρευνα του Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών ανέλυσε τους παράγοντες, που συμβάλλουν στον καθορισμό των τιμών των φρούτων και των λαχανικών αλλά και της αλυσίδας εφοδιασμού της στην Ελλάδα.
Στο πλαίσιο της έρευνας του ΙΕΛΚΑ εξετάστηκαν τα τρία πιο δημοφιλή φρούτα και τα τρία πιο δημοφιλή λαχανικά, που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50% των συνολικών πωλήσεων στις κατηγορίες τους. Η έρευνα εξέτασε τις τιμές σε πατάτα, ντομάτα, κρεμμύδι και μήλο, πορτοκάλι, λεμόνι και ως κανάλι λιανικής εξετάστηκε η τιμή στο σούπερμαρκετ.
Τα στοιχεία, που αποκάλυψε η έρευνα των καταναλωτών του ΙΕΛΚΑ του Ιουλίου 2024, δείχνει ότι το κύριο κανάλι πώλησης για φρούτα και λαχανικά είναι η λαϊκή αγορά. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα προϊόντα, το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων φαίνεται ότι γίνεται από τις λαϊκές αγορές σε ποσοστό περί το 50%.
Ποσοστό περίπου το 30% πραγματοποιείται από τις αλυσίδες σουπερμάρκετ, το 12% από οπωροπωλεία και το 8% απευθείας από τον παραγωγό. Σε ποσοστό της τάξης του 34% φτάνει το σούπερ μάρκετ στις αγορές πατάτας και κρεμμυδιού, ενώ υψηλότερα ποσοστά επιτυγχάνει η λαϊκή αγορά σε ντομάτα 54%, πορτοκάλι 52% και μήλο 51%.
Στη συνέχεια ακολούθησε η μέτρηση των βασικών πηγών κόστους ανά εμπλεκόμενο στην εφοδιαστική αλυσίδα που έχει ως τελικό σημείο πώλησης το σουπερμάρκετ.
Αναλυτικά υπολογίστηκαν:
– Για τον παραγωγό: νερό, ηλεκτρική ενέργεια, καύσιμα, πρώτες ύλες (σπόροι, δενδρίλια, λιπάσματα, φυτοφάρμακα), μισθοδοσία, φύρα, άλλα κόστη (π.χ. διασφάλιση ποιότητας κ.α), κόστος γης (π.χ. ενοικίαση), logistics και καθαρά κέρδη.
– Για τον χονδρέμπορο: logistics, μισθοδοσία, φύρα, καθαρά κέρδη.
– Για τον λιανέμπορο: logistics, μισθοδοσία, φύρα, κόστη πώλησης (π.χ. καταστήματος), καθαρά κέρδη.
– Και ο ΦΠΑ.
Αναφορικά με τους εμπλεκόμενους, το μεγαλύτερο ποσοστό στη διαμόρφωση της τελικής τιμής προέρχεται από τον παραγωγό με ποσοστό 43%, μετά από το λιανεμπόριο 24%, από το χονδρεμπόριο 21% και από το κράτος μέσω του ΦΠΑ 12%. Στα κόστη των εμπλεκομένων υπάρχουν και άλλα κόστη που σχετίζονται με το κράτος, όπως ο φόρος εισοδήματος επί των κερδών, ειδικοί φόροι κατανάλωσης στα καύσιμα, ΕΝΦΙΑ, διάφορα τέλη και φυσικά οι εργοδοτικές εισφορές στη μισθοδοσία. Υπολογίζεται συνολικά ότι πάνω από το 1/4 της τελικής τιμής διαμορφώνεται από τους φόρους του δημοσίου.
Αναφορικά με τις κατηγορίες κόστους, το μεγαλύτερο κόστος είναι των logistics σε ποσοστό 22% το οποίο περιλαμβάνει καύσιμα, μεταφορές και αποθήκευση. Ανάλογα το προϊόν, την αξία ανά μονάδα βάρους και τη διατηρισιμότητα αυτό διαφοροποιείται, αλλά σίγουρα είναι το πιο επιβαρυντικό.
Στη συνέχει ακολουθεί το κόστος για εργατικά-μισθολογία κόστος σε ποσοστό 18%, το οποίο σημειώνεται ότι έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, με αρκετά προβλήματα εύρεσης προσωπικού και στη συγκομιδή, αλλά και στο λιανεμπόριο. Έπειτα, ακολουθεί το κόστος ενέργειας με ποσοστό 14%, το οποίο εμφανίζεται σε διάφορα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, επίσης αυξημένο τα τελευταία χρόνια και τέλος, τα υπόλοιπα κόστη είναι οι πρώτες ύλες με 12%, η φύρα με 9% και λοιπά κόστη 2%. Σημαντική κατηγορία είναι και το 12% για το ΦΠΑ.
Τα καθαρά κέρδη προ φόρων των εμπλεκομένων συνολικά είναι 12%, τα οποία ανάλογα με το προϊόν παρουσιάζουν διακυμάνσεις, ενώ υπάρχουν και παραδείγματα στο λιανεμπόριο με ζημίες σε κάποια προϊόντα.
Σε ό,τι αφορά στην πορεία των τιμών, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ των ερευνών δείκτη εκροών παραγωγού και του δείκτη τιμών καταναλωτή, τα τελευταία 4 χρόνια ακολουθούν αντίστοιχη πορεία. Οι τιμές των λαχανικών του παραγωγού έχουν αυξηθεί 46,1%, ενώ του καταναλωτή 31,8% και οι τιμές για τα φρούτα του παραγωγού 31,8% και του καταναλωτή 31,3%.
Σύμφωνα με την έρευνα:
– Υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ανά προϊόν
– Τα τελευταία χρόνια οι τιμές παραγωγού και οι τιμές τελικού σημείου πώλησης ακολουθούν παρόμοιες πορείες
– Το μεγαλύτερο κανάλι λιανικής πώλησης είναι οι λαϊκές αγορές και ακολουθεί το κανάλι του σουπερμάρκετ.
– Τα μεγαλύτερα κόστη της εφοδιαστικής αλυσίδας είναι οι φόροι, το μισθολογικό κόστος και τα logistics με διαφοροποιήσεις ανά προϊόν.
– Τα περιθώρια κέρδους για τους εμπλεκομένους καταγράφονται αρκετά χαμηλά και στο σύνολο τους είναι περίπου όσο και το σχετικό ΦΠΑ.
– Δεν υπάρχει κάποια κατηγορία κόστους με σημαντικές προοπτικές μείωσης. Το μισθολογικό κόστος δεν αναμένεται να μειωθεί, το κόστος ενέργειας επίσης δεν αναμένεται να μειωθεί. Το κόστος των logistics λόγω της πολυπλοκότητας της αγοράς (πολλοί μικροί παραγωγοί και δύσκολη γεωγραφία) και λόγω της φύσης των προϊόντων (νωπά) δεν έχει σημαντικά περιθώρια μείωσης. Ενδεχομένως καλύτερες καιρικές συνθήκες να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη παραγωγή και υψηλότερη παραγωγικότητα, το οποίο να βοηθήσει συνολικά τον κλάδο μέσω των οικονομιών κλίμακας.
Η έρευνα βασίστηκε σε συνδυασμό πολλών ερευνών και πηγών, ανάμεσα τους στοιχεία συλλογής κόστους από παραγωγούς, χονδρεμπόρους και λιανεμπόρους, συνεντεύξεις με εμπλεκομένους και οργανισμούς, στοιχεία έρευνας καταναλωτών και στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.