Ε. Λιακούλη για εορτασμό Εθνικής Αντίστασης: «Διαχρονικός ο σεβασμός μας σε Ανθρώπους που βάθυναν την Ιστορία της πατρίδας μας» 

Στους εορτασμούς για την Ημέρα της Εθνικής Αντίστασης που έλαβαν χώρα  στην πόλη της Λάρισας συμμετείχε η Τομεάρχης Δικαιοσύνης, Θεσμών & Διαφάνειας του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και βουλευτής Λάρισας, Ευαγγελία Λιακούλη, η οποία μετά το πέρας των εκδηλώσεων δήλωσε τα εξής:

“Η αξία της Εθνική μας Αντίστασης κατά των γερμανικών, ιταλικών και βουλγαρικών στρατευμάτων κατοχής την περίοδο 1941-1944, είναι δεδομένη.

Αυτό που δεν ήταν δεδομένο, τουλάχιστον μέχρι το 1982 και την πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ήταν ότι οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες που συμμετείχαν σε αυτή, προσφέροντας ό,τι πολυτιμότερο διέθεταν -το αίμα τους- έπρεπε να ‘’κρύβονται’’ ή η μνήμη των πεσόντων να μην τιμάται, εξαιτίας είτε της ξεκάθαρης, είτε της συγκαλυμμένης εχθρότητας των συντηρητικών -ή ακόμη και των λιγότερο συντηρητικών- κυβερνήσεων, που κράτησαν τα ηνία της χώρας από την απελευθέρωση και έπειτα.

Έπρεπε να έρθει ο Ανδρέας Παπανδρέου, για να αναγνωριστεί επισήμως η Εθνική Αντίσταση, δυνάμει νόμου του κράτους.

Οι Άνθρωποι, ωστόσο, που έσωσαν την εθνική μας αξιοπρέπεια, μαχόμενοι για μια ελεύθερη Ελλάδα και για έναν κόσμο απαλλαγμένο από τον φασισμό, το ναζισμό και το μιλιταρισμό, δεν ακολουθούσαν μονάχα μία ιδεολογία.

Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες που συμμετείχαν στην Εθνική Αντίσταση προερχόταν από όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος: ήταν και αριστεροί και κεντρώοι και δεξιοί.

Αλλά πάνω απ’ όλα ήταν πατριώτες και πατριώτισσες, Έλληνες και Ελληνίδες, με το ‘’Ε’’ κεφαλαίο.

Σε αυτούς τους Ανθρώπους αρνούνταν για 38 ολόκληρα χρόνια-απανωτές ελληνικές κυβερνήσεις- την αναγνώριση της εθνικής συνεισφοράς και θυσίας τους.

Σήμερα, ευτυχώς όλες αυτές οι συμπεριφορές έχουν αλλάξει επισήμως.

Ανεπισήμως ωστόσο, ανησυχητικά μεγάλα τμήματα παραπληροφορημένων πολιτών φαίνεται να ασπάζονται μισαλλόδοξες, νέο-φασιστικές και νέο-ναζιστικές ιδέες, απορρίπτοντας την Εθνική μας Αντίσταση συλλήβδην.

Ξεχνούν μάλιστα, μέσα στην αμάθειά τους, ποια ‘’μοίρα’’ επιφύλασσε το Γ’ Γερμανικό Ράιχ -εάν κέρδιζε τον πόλεμο- για όλα τα άλλα έθνη, πλην των γερμανικών, στο πλαίσιο της απάνθρωπης αναζήτησής του για επιπλέον ‘’ζωτικό χώρο’’: μαζικές μετακινήσεις και μείωση πληθυσμού, μέσω απάνθρωπης μεταχείρισης, όπως όλοι και όλες γνωρίζουμε ότι συνέβη στο εβραϊκό και τα σλαβικά έθνη (Πολωνία, Γιουγκοσλαβία, Σοβιετική Ένωση κ.α.) ή τους Ρομά.

Σε κάθε περίπτωση, η δημοκρατική Ελληνική Πολιτεία γνωρίζει και ποιοι την εχθρεύονται, γνωρίζει και ποιοι την απειλούν και πάνω απ’ όλα γνωρίζει πολύ καλά τη διαφορά ανάμεσα στον ανερμάτιστο εθνικισμό και τον υγιή πατριωτισμό.

Έστω και καθυστερημένα, πολλές φορές, λαμβάνει τα μέτρα της, εναντίον των μισαλλόδοξων που υποτίθεται ότι ‘’ομνύουν’ ’στην Ελλάδα, ασπαζόμενοι ωστόσο απολύτως ανθελληνικές ιδεολογίες (βλ. εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής ή το ‘’παρακλάδι’’ της, οι δήθεν ‘’Σπαρτιάτες’’).

Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, οι μαχητές που την περίοδο 1941-1944 βασανίστηκαν, κυνηγήθηκαν ή έπεσαν υπέρ του Έθνους, άνοιξαν μια νέα, λαμπρή σελίδα στο υπερ-χιλιετές βιβλίο των διαχρονικών αγώνων του Ελληνισμού για ελευθερία και ανεξαρτησία.

Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και των άλλων μικρότερων αντιστασιακών ομάδων που έδρασαν είτε στην ύπαιθρο, είτε τις πόλεις, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, συνέχισαν την ένδοξη παράδοση των κλεφτών και των αρματολών της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821, των απειράριθμων ανώνυμων ηρώων που ξεσηκώθηκαν έναντι των Οθωμανών πολύ πριν το 1821, των βυζαντινών Ακριτών της Μικράς Ασίας εναντίον των Αράβων επιδρομέων κ.α.

Αυτούς τους Ανθρώπους έχουμε χρέος να θυμόμαστε τη σημερινή ημέρα.

Αυτούς τους πολλές φορές ανώνυμους Ανθρώπους που βάθυνανκαι επέκτειναν την Ιστορία της πατρίδας μας.

Είναι οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας, θα μπορούσαμε υπό άλλες συνθήκες να είμαστε εμείς…».