Σε μια εποχή που τα smartphones και τα smartwatches κυριαρχούν, τα παραδοσιακά αναλογικά ρολόγια τείνουν να ξεχνιούνται. Ωστόσο, ένα είδος ρολογιού που αντιστέκεται σθεναρά στη λήθη είναι το επιβλητικό «ρολόι του παππού». Πρόκειται για ένα έπιπλο-ρολόι μεγαλοπρεπούς κατασκευής, που μετρά τον χρόνο με ρυθμικό εκκρεμές και συχνά κοσμείται με περίτεχνα σκαλίσματα.
Μα γιατί το λέμε «ρολόι του παππού»; Μήπως σχετίζεται με κάποιον συγκεκριμένο παππού; Η απάντηση είναι μάλλον απροσδόκητη.
Η γέννηση ενός ονόματος
Η προέλευση του όρου «ρολόι του παππού» δεν έχει καμία σχέση με οικογενειακές ιστορίες. Αντίθετα, η ιστορία του ονόματος ξεκινά από έναν μουσικό.
Σύμφωνα με το Oxford English Dictionary, η πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά στον όρο έγινε το 1876, χάρη στον τραγουδοποιό Henry Clay Work και το τραγούδι του «My Grandfather’s Clock». Το τραγούδι αφηγείται την ιστορία ενός ρολογιού, ψηλότερου από τον ίδιο τον παππού, που «χτυπούσε» πιστά για 90 χρόνια. Το ρολόι σταμάτησε μόνο όταν ο παππούς «έφυγε» από τη ζωή.
Η έμπνευση για το τραγούδι ήρθε στον Work κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στο George Hotel στο Βόρειο Γιορκσάιρ της Αγγλίας. Εκεί, αντίκρισε ένα παλιό, σιωπηλό ρολόι στο λόμπι. Το προσωπικό του ξενοδοχείου του διηγήθηκε την ιστορία των δύο αδελφών, ιδιοκτητών του ξενοδοχείου, και του ρολογιού που σταμάτησε να λειτουργεί μετά τον θάνατο του καθενός.
Η ιστορία αυτή, αληθινή ή όχι, ενέπνευσε τον Work να γράψει το τραγούδι, το οποίο γνώρισε τεράστια επιτυχία. Έτσι, ο όρος «ρολόι του παππού» έγινε συνώνυμος με αυτό το είδος ρολογιού.
Πώς ονομάζονταν πριν;
Προτού ο Work καθιερώσει τον όρο, τα ρολόγια αυτά ήταν γνωστά ως «ρολόγια με μεγάλη θήκη» ή «ψηλά ρολόγια». Η ιστορία τους ξεκινά τον 17ο αιώνα, όταν ο Ολλανδός αστρονόμος Christiaan Huygens εφηύρε τον μηχανισμό εκκρεμούς. Αργότερα, ο Άγγλος ωρολογοποιός William Clement άρχισε να ενσωματώνει τα εκκρεμή σε περίτεχνες θήκες, δημιουργώντας τα πρώτα «ρολόγια με μεγάλη θήκη».
Η θήκη εξυπηρετούσε πρακτικούς και αισθητικούς σκοπούς. Προστάτευε το εκκρεμές και ταυτόχρονα αποτελούσε ένα όμορφο διακοσμητικό στοιχείο.
Αρχικά, αυτά τα ρολόγια ήταν προνόμιο των πλουσίων. Σταδιακά, όμως, έγιναν πιο προσιτά και μετατράπηκαν σε πολύτιμα οικογενειακά κειμήλια, που περνούσαν από γενιά σε γενιά.
Και η γιαγιά;
Παράλληλα με τα «ρολόγια του παππού», εμφανίστηκαν και τα «ρολόγια της γιαγιάς», μια μικρότερη εκδοχή ρολογιών με εκκρεμές.
Έτσι, χάρη σε ένα τραγούδι και μια ιστορία γεμάτη νοσταλγία, το «ρολόι του παππού» απέκτησε το όνομά του και κέρδισε μια θέση στην ιστορία της ωρολογοποιίας.